Διασταυρούμενα πυρά

εναλλακτικός τίτλος: ΦΥΡΔΗΝ ΜΙΓΔΗΝ – σχόλια και πληροφορίες για την κοινωνική και πολιτική ζωή στην Ελλάδα + εκπαιδευτικό υλικό. Oι συνεχείς αλλαγές θα είναι ο κανόνας σ' αυτό το blog επειδή 1. τίποτε δεν είναι τέλειο και 2. στόχος είναι η συνεχής βελτίωση

Tag Archives: πατρίδα

Τι είν’ η πατρίδα μας;

Και επανέρχομαι.

Ξεκινώντας με ένα πανέμορφο σύνθημα:   π α τ ρ ί δ α    μ α ς   ε ί ν α ι   τ α   π α ι δ ι κ ά   μ α ς   χ ρ ό ν ι α .  Όσες φορές κι αν το διαβάσω νοιώθω την αλήθεια του.

Όμως το κείμενο που μετέφρασες Άκη μ’ έκανε να σκεφθώ …

Έναν τόπο όπου τίποτα,  φαινομενικά, δεν συνέβαινε. Το τόπο που μεγάλωσα. Στις παρυφές μιας μεγαλούπολης.

Και ένα τόπο όπου πέρασα τα παιδικά μου καλοκαίρια. Πατρίδα μου κι αυτός. Χωριό στους πρόποδες μεγάλου βουνού με αρχαία ιστορία.

Σ’ αυτό το χωριό έζησα την ασυμπτωτική εξαφάνιση μιας παραδοσιακής αγροτικής ζωής: κάθε σπίτι και τρεις τέσσερις κατσίκες, δυο τρία γουρούνια, καμιά δεκαριά κότες, ένα μικρό περιβόλι με ντομάτες, κολοκύθια και πατάτες που αποθήκευαν στο υπόγειο με ασβεστόσκονη, ένα χωράφι με αραποσίτι. Α, και  δυο γαϊδούρια για τις μεταφορές. Πλαστικό πουθενά. Ούτε για δείγμα. Ίσως υπήρχε και ένας πάγκος για τις αναγκαίες ξυλουργικές εργασίες. Μια φορά το χρόνο έφτιαχναν και σαπούνι. Τα ξύλα για το χειμώνα τα έκοβαν με τσεκούρι το καλοκαίρι. Δεν υπήρχαν ηλεκτρικά ή βενζινοκίνητα πριόνια. Γι’ αυτό και το πάχος τους ποτέ δεν ξεπερνούσε ένα ανθρώπινο μπράτσο.

Το χωριό είχε και σιδεράδικο. Το είχε ο Μάστορας.

Συγκοινωνία μια, δυο φορές τη μέρα με το λεωφορείο για τη κοντινή κωμόπολη.

Απέκτησα, λοιπόν και γω μια σχετική οικειότητα. Όλ’ αυτά τέλη της δεκαετίας του 60, αρχές της δεκαετίας του 70.

Αυτός ο τόπος δεν υπάρχει πια. Τον κατέστρεψε η ανάπτυξη. Οι γονείς μου καλωσόρισαν τη καταστροφή. Δεν θάθελα αλλά μάλλον είχαν όλο το δίκιο με το μέρος τους. Μειώθηκε ο σωματικός κόπος είπαν. Ή τουλάχιστον αυξήθηκε το παραγόμενο προϊόν. Ό,τι κι αν σημαίνει αυτό, καλό το θεώρησαν.

Να λοιπόν οι ρίζες. Πώς να μην νοσταλγείς. Ήσουν παιδί. Μπορεί τη νοσταλγία να τη μοιράζομαι με άλλους που τότε ήταν αρκετά μεγάλοι.

Αλλά που να θελήσεις να γυρίσεις; Εκεί που τα κορίτσια δεν ήταν για το σχολείο και σπουδές; Εκεί που η αναγκαστική συμβίωση με τους ίδιους και τους ίδιους ανθρώπους για δεκαετίες γινόταν μαρτύριο για κάποιους; Εκεί που ο εμφύλιος οδήγησε σε αλληλοκαρφώματα και τις συνεπαγόμενες εκτελέσεις; Εκεί που η μετανάστευση στην Αμερική, το Καναδά, την Αυστραλία ή έστω την Αθήνα βγήκε νικήτρια;

Όχι. Ακόμα κι αν όντως νοιώθω με τη καρδιά πως η πατρίδα μου είναι εκείνα τα χρόνια και κείνο το χωριό που απομακρύνονται και χάνονται στο χρόνο, με το μυαλό άλλα διακρίνω. Κάποια στοιχεία μόνο να κρατήσω. Κουβαλώντας τα στο χρόνο.

Πάμε για νέες πολιτείες.

Ευχαριστώ για την αφορμή. Θα επανέλθω.

Nomadic universality

Για να βρούμε μία άκρη μέσα στην απερίγραπτη σύγχυση των «ριζών», θα ήταν χρήσιμο να στραφούμε ένα σύντομο δοκίμιο του Φρόιντ, το Ανοίκειο. Στις σελίδες του λέγεται ό,τι είναι αναγκαίο να ειπωθεί σχετικά με τις επικλήσεις της «καταγωγής» (του έθνους, της εθνότητας, των πολιτιστικών παραδόσεων κ.λπ.) οι οποίες κατά καιρούς κατακλύζουν τη μεταμοντέρνα μητρόπολη.

Ο Φρόιντ παρατηρεί ότι ο γερμανικός όρος heimlich, με τον οποίο δηλώνεται ό,τι «παραπέμπει στην εστία» και μεταδίδει μια αίσθηση οικειότητας, «αναπτύσσει το νόημά του κατά τρόπο αμφίσημο, σε σημείο να συμπίπτει τελικά με το αντίθετό του: το unheimlich» [Freud 1919: 277]. Το οικείο μετατρέπεται σε ανησυχητικό, το προστατευτικό είναι ταυτόχρονα απειλητικό, η πολυπόθητη ρίζα αποκαλύπτεται δυσοίωνη παγίδα. Καθοδηγημένος από τη μητρική του γλώσσα (χρησιμοποίησε το λεξικό που συνέταξαν οι αδελφοί Γκριμμ, οι συγγραφείς παραμυθιών που τα ίδια αποτελούν αξιοθαύμαστα

Δείτε την αρχική δημοσίευση 1.517 επιπλέον λέξεις